Κυριακή 3 Οκτωβρίου 2010
Κάτι ενδιαφέρον
Όλη η μέρα ήταν κενή ακριβώς επειδή δεν είχε να μοιραστεί τίποτα με τον οποιονδήποτε δε τολμούσε να της ρουφήξει τα στήθια θρασύτατα μέχρι αυτά να στερέψουν.
Πίναμε, αφεθήκαμε να πίνουμε περιμένοντας κάτι ενδιαφέρον να γίνει.
Είδαμε μια νυφίτσα να τριγυρνάει απέναντι, στο σπίτι των παπιών στο ποτάμι.
Ο Γιώργης τη πλησίασε παρατηρώντας την από κοντά και αυτή του έδειχνε τα δόντια της.
Η νυφίτσα έφυγε, αφού έφερε πρώτα τρεις βόλτες ακόμα.
Σύνεχίσαμε να πίνουμε, αφεθήκαμε να πίνουμε περιμένοντας κάτι ενδιαφέρον να γίνει.
Κόσμος περνούσε και έμοιαζε να ακροβατεί σε καραβόσκοινα.
Περπατούσαν όλοι σα να ήταν σίγουροι ότι θα ψόφαγαν αύριο μαζικά
μα κανείς δε πήρε τη πρωτοβουλία να γιορτάσει ένα επικείμενο τέλος
παρά να κλαψουρίσει για το την εκμηδένιση μιας νέας αρχής.
Συνεχίσαμε να πίνουμε, αφεθήκαμε να πίνουμε περιμένοντας κάτι ενδιαφέρον να γίνει.
Σουρούπωνε και τίποτα δε μας έδινε κάποια υπόσχεση για ζωή.
Ξεφύλλισα κάτι λόγια του Βανεγκεμ,
έστριψα ένα τσιγάρο παραπάνω,
κατευθηνθήκαμε προς το πλησιέστερο μπαράκι.
Ο Γιώργης έστριψε και χάθηκε στο δρόμο, κουρασμένος.
Μπήκα μέσα και κάθισα σιωπηλά σε ένα τραπέζι,
παραγγέλνοντας μια βότκα σκέτη και ένα ποτήρι νερό.
Συνέχισα να πίνω, αφέθηκα στη βότκα περιμένοντας κάτι ενδιαφέρον να συμβεί.
Μια φωνή να ακουστεί στην άκρη του αυτιού,
"Ε, θέλεις να μπλέξεις μαζί μου; Ε; Ε;"
και μπουκάλια να σπάσουν σε κεφάλια,
μια γλυκιά ματιά από μια γλυκιά ξεμέθυστη γυναίκα,
ένας πόνος στο σώμα για να σου θυμίζει ο οργανισμός ότι είναι παρών σε όλα.
Αφέθηκα στη βότκα περιμένοντας κάτι ενδιαφέρον να ξετυλιχτεί μπρος μου.
Τίποτα δεν έγινε,
παρήγγειλα άλλη μία και παρατήρησα
τους μουσαμάδες, τους καθρέφτες, τα άδεια μπουκάλια στα ράφια,
το απαρχαιωμένο μηχάνημα του DJ,
τα αξύριστα μούτρα των τελευταίων καλοπερασάκηδων της νυχτιάς.
Ήπια άλλο ένα ποτήρι
και θαρρώ πως τότε κάτι ενδιαφέρον έγινε
αλλά δε πρόλαβα
να το παρατηρήσω.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου